ἀγλαοτρίαινα

ἀγλαοτρίαινα
ἀγλᾰολτ;γτ;τρῐαινα
1 with splendid trident, of Poseidon; as subs.

τότ' Ἀγλαοτρίαιναν ἁρπάσαι O. 1.40


Lexicon to Pindar. . 2010.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • αγλαοτρίαινα — ἀγλαοτρίαινα, ο (Α) (ως επίθετο τού Ποσειδώνος) αυτός που έχει λαμπρή τρίαινα. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀγλαός + τρίαινα] …   Dictionary of Greek

  • αγλαός — Όνομα ιστορικών προσώπων. 1. Γεωργός από την Ψωφίδα της Αρκαδίας. To Μαντείο των Δελφών τον ανακήρυξε ευτυχέστερο από τον πάμπλουτο βασιλιά των Λυδών Κροίσο, γιατί ενώ όλη του η περιουσία ήταν ένα μικρό χωράφι, ζούσε ευτυχισμένος από τα προϊόντα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”